- Παπαφλέσσας-Δικαίος, Γρηγόριος
- (Πολιανή Αρκαδίας 1788 – Μανιάκι 1825). Ήρωας της Επανάστασης του 1821. Εικοστό όγδοο παιδί μιας μέσης αγροτικής οικογένειας (των Φλεσσαίων ή Δικαίων), ο Π. φοίτησε για μερικά χρόνια στη φημισμένη τότε σχολή της Δημητσάνας. Χειροτονήθηκε κατόπιν διάκονος και μόνασε για ένα διάστημα (1816-17) στη μονή Βελανιδιάς, κοντά στην Καλαμάτα, κι αργότερα στη μονή Ρεκίτσας, μεταξύ Λεονταρίου και Μιστρά. Γρήγορα φάνηκε όμως ότι η μοναστική ζωή ελάχστα ταίριαζε στον ατίθασο κι εκρηκτικό χαρακτήρα του. Μετά από κάποιον καβγά με τον μητροπολίτη Μονεμβασίας κι ένα βίαιο επεισόδιο με κάποιον Τούρκο μεγαλοκτηματία, αναγκάστηκε να φύγει κρυφά για τη Ζάκυνθο κι από κει για την Κωνσταντινούπολη, όπου συνδέθηκε με τους κύκλους του πατριαρχείου κι επεδίωξε να χειροτονηθεί δεσπότης. Τον έκαναν προσωρινά αρχιμανδρίτη. Στο μεταξύ μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον συμπατριώτη του Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο. Οι προοπτικές και οι φιλοδοξίες του άλλαξαν πλέον ριζικά. Του έδωσαν το ψευδώνυμο Αρμόδιος και τον έστειλαν ως απόστολο της Εταιρείας στη Βλαχία, όπου ανέπτυξε εκπληκτική δράση. Ο υπερβολικός ζήλος του όμως και το παράτολμο θάρρος του τον παρέσυραν συχνά σε απερίσκεπτες ενέργειες που εξέθεταν σε κίνδυνο την Εταιρεία. Όταν μάλιστα έγιναν γνωστές οι αυθαίρετες συμφωνίες του με τους εκεί οπλαρχηγούς Γεωργάκη Ολύμπιο και Ιωάννη Φαρμάκη (με τους οποίους είχε γίνει και αδελφοποιτός), μερικοί Φιλικοί εισηγήθηκαν τη δολοφονία του, για να απαλλαχθεί η Εταιρεία από αυτόν τον ανοικονόμητο παπά. Αντ’ αυτού, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, που τον συμπαθούσε, τον διόρισε γενικό του πληρεξούσιο με την εντολή να κηρύξει την Επανάσταση στο Μοριά. Ο Π. πήγε στην Κωνσταντινούπολη, εφοδιάστηκε με χρήματα, φρόντισε για την αποστολή πολεμοφοδίων από τις Κυδωνίες, και τον Δεκέμβριο του 1820 έφτασε στην Ύδρα. Οι πλούσιοι όμως καραβοκύρηδες του νησιού δίσταζαν να αρχίσουν τη μεγάλη περιπέτεια της Επανάστασης. Αλλά και οι προύχοντες της Αργολίδας, της Αρκαδίας και της Αχαΐας τον ειδοποίησαν ότι δεν πρόκειται να ξεκινήσουν την Επανάσταση αν δεν έχουν απτές αποδείξεις για την επάρκεια των πολεμοφοδίων, και προπάντων για τη συμπαράσταση της Ρωσίας. Στη συνάντηση μάλιστα της Boστίτσας (τέλη Ιανουαρίου 1821) δημιουργήθηκαν ζωηρά επεισόδια μεταξύ του Π. και των κοτζαμπάσηδων της Αχαΐας. Προσπάθησαν να τον περιορίσουν σε κάποιο μοναστήρι, αλλά δραπέτευσε παίρνοντας μαζί του και τους καλόγερους που τον φύλαγαν. Σκοπός του πλέον ήταν να προκαλέσει ένοπλες συγκρούσεις με τους Τούρκους για να φέρει σε αδιέξοδο τους προύχοντες και να εκβιάσει την έναρξη της Επανάστασης. Τα κατάφερε. Την ίδια μέθοδο εφάρμοσε λίγες μέρες αργότερα και στη Μεσσηνία, για να κάμψει τους δισταγμούς του Πετρόμπεη. Στην άλωση της Καλαμάτας ήταν πρώτος. Η Επανάσταση είχε αρχίσει. Από την ώρα εκείνη έβγαλε τα ράσα, φόρεσε φουστανέλα και μια αρχαιοπρεπή περικεφαλαία και ξεσήκωσε μια μια τις επαρχίες της Μεσσηνίας και της Αρκαδίας. Φερόταν «ως μαινόμενος», γράφει ο Κανέλλος Δεληγιάννης, που δεν ήταν καθόλου φίλος του. Έλαβε μέρος σε όλες σχεδόν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της κεντρικής Πελοποννήσου. Αναμείχθηκε και στα πολιτικά: πληρεξούσιος στην πρώτη Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου (1821), υπουργός των Εσωτερικών από το 1823. Δεν έλειψε βέβαια και από τις κομματικές διενέξεις και από τον εμφύλιο πόλεμο του 1823-25. Έμεινε όμως πάντοτε σταθερός στην παράταξη των καπεταναίων, και συγκρούστηκε πολλές φορές με τους λεγόμενους οπλαρχηγούς, δηλαδή τους κοτζαμπάσηδες. Την άνοιξη του 1825, όταν ο Ιμπραήμ εισέβαλε στην Πελοπόννησο, ο Π. κρατούσε ακόμα το υπουργείο των Εσωτερικών. Οι περισσότεροι από τους μεγάλους καπεταναίους ήταν φυλακισμένοι από την κυβέρνηση. Αποφάσισε τότε να μαζέψει στρατό και να αντιμετωπίσει ο ίδιος τον Ιμπραήμ. Με πολλή δυσκολία συγκέντωσε δύο χιλιάδες άνδρες, που τους οργάνωσε πρόχειρα στη θέση Μανιάκι της Μεσσηνίας. Περισσότεροι από τους μισούς όμως έφυγαν, όταν εμφανίστηκαν οι έξι χιλιάδες Αιγύπτιοι του Ιμπραήμ. Ο αγώνας ήταν άνισος· ο Π. και όλοι σχεδόν οι συμπολεμιστές του σκοτώθηκαν (20 Μαΐου 1825). Ο σύγχρονος με τα γεγονότα Φωτάκος διηγείται ότι ο Ιμπραήμ αναζήτησε μετά τη μάχη το πτώμα του Π., το έστησε όρθιο και θαύμασε τον άνδρα. Ανασκοπώντας τον πολυτάραχο πολιτικό, στρατιωτικό και ιδιωτικό βίο του Π., ο Παρρηγόπουλος σημειώνει: «υπήρξεν ανήρ έχων όλα τα ελαττώματα και όλα τα προτερήματα του κρατίστου συνωμότου, το πλανάν και πλανάσθαι, το τολμάν και θνήσκειν».
Ο Γρηγόριος Παπαφλέσσας, από τους γνωστότερους ήρωες της Επανάστασης του 1821.
Dictionary of Greek. 2013.